Η νηστεία των Χριστουγέννων


τού μακαριστού Αρχιμανδρίτου π. Μάρκου Κ. Μανώλη

Εις την ορθόδοξον Εκκλησίαν μας, ευλαβείς χριστιανοί, από τον μήνα Νοέμβριον αρχίζομεν να αισθανώμεθα μέσα εις το προεόρτιον κλίμα των Χριστουγέννων: Καί με την νηστείαν, που αρχίζει την επομένην της εορτής του Αγίου Φιλίππου, αλλά και με τους θεσπεσίους ύμνους:

«Ο εν μορφή Θεού υπάρχων, λέγει ο Άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός, κλίνας ουρανούς κατέρχεται· τουτέστι, το αταπείνωτον αυτού ύψος αταπεινώτως ταπεινώσας συγκαταβαίνει τοις εαυτού δούλοις, συγκατάβασιν άφραστόν τε και ακατάληπτον συγκατέβη· και Θεός ων τέλειος, άνθρωπος τέλειος γίνεται,
και επιτελείται το πάντων καινόν καινότατον, το μόνον καινόν υπό τον Ήλιον, δι᾽ ου η άπειρος του Θεού εμφανίζεται δύναμις· τι γαρ μείζον τούγενέσθαι τον Θεόν άνθρωπον;».
Καί τούτο έγινε, κατά τον υμνογράφον από φιλανθρωπίαν, διά να σώση τον άνθρωπον, που είχε καταντήσει σπήλαιον ληστών, ο Χριστός έγειρε εις το σπήλαιον να γεννηθή σαν άνθρωπος. Καί ήλθε να χωρέση εις αυτό το μικρόν σπήλαιον, διά να υψώση και να μεγαλώση ο άνθρωπος, που τόσον πολύ έπεσε με την παράβασιν. Χριστός γεννάται την πριν πεσούσαν αναστήσων εικόνα. Διά τούτο η Αγία μας Εκκλησία καθώρισε την νηστείαν των Χριστουγέννων. Εις τιμήν του Χριστού, που γεννάται και προς εξάλειψιν των ημετέρων αμαρτημάτων.

Η θεολογική σημασία της νηστείας

Η νηστεία εθεσπίσθη υπό του Παναγάθου Θεού διά πρώτην φοράν εις τον παράδεισον. Αποτελεί την πρώτην εντολήν του Θεού προς τους πρωτοπλάστους. Η απαγορευτική εντολή του Θεού, να μη φάγουν ούτοι από τον καρπόν του δένδρου της γνώσεως του καλού και του κακού, αποτελεί «είδος νηστείας», λέγει ο Ιερός Χρυσόστομος (P.G. 49, 307). Ο Μέγας Βασίλειος, επίσης, χαρακτηριστικώς αναφέρει· «συνηλικιώτίς εστι (η νηστεία) της ανθρωπότητος· νηστεία εν τω παραδείσω ενομοθετήθη» (P.G. 31, 168Α).

Καί ο Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης τονίζει· «καθώς ο Θεός είπεν· “από παντός ξύλου φάγεσθε”, έτσι είπε και “από δε του ξύλου του γνωστού καλού και πονηρού ου φάγεσθε απ᾽ αυτού”. Το δε «ου φάγεσθε» νηστείας νομοθεσία εστί, κατά τον Βασίλειον και Γρηγόριον. Καί σύγχρονος ανθρώποις άρα και αρχαιοτάτη διά τούτο αναδείκνυται η νηστεία, δι᾽ ο και τιμητέα» (Επιστολή προς Θωμάν, η Απολογία περί Μοναχισμού, «Ο.Τ.» 1-15 Αυγούστου 1973, αρ. φ. 191- 192).

Κατά τους αγίους Πατέρας, η νηστεία εις τον Παράδεισον συνίστατο εις την υποταγήν της θελήσεως του Αδάμ εις το θείον θέλημα. Παραβαί- νοντες οι πρωτόπλαστοι την εντολήν του Θεού, παρέβησαν και τον νόμον της νηστείας. Η ακράτεια των πρωτοπλάστων κατέστη η αιτία της εκδιώξεως αυτών εκ του παραδείσου και της πτώσεως αυτών. Η εκδίωξις εκ του παραδείσου θα απεφεύγετο, εάν ούτοι εγκρατεύοντο· «επειδή ουκ ενηστεύσαμεν, εξεπέσαμεν του παραδείσου» διδάσκουν ο Μ. Βασίλειος και ο Ι. Χρυσόστομος (P.G. 31, 168B, P.G. 49, 307). Τα μύρια κακά, που προέρχονται εκ της γαστριμαργίας τονίζει και ο Άγιος Ιωάννης της Κλίμακος εις τον ιδ´ λόγον αυτού· «Αυτή εξώρισε τον Προπάτορα ημών Αδάμ από τον Παράδεισον και επροξένησε αυτώ κακά μυρία. Αυτή έκαμε τον Ησαύ και επρόδωκεν εις τον Ιακώβ τα εαυτού πρωτοτόκια (Γεν. κεφ. κε´). Αυτή εθανάτωσε τόσους Εβραίους εις την έρημον (Αριθμ. εφ. ια´). διατί επεθύμησαν να φάγωσι κρέατα να χορτάσωσιν. Αυτή είναι η αίτιος της ασχημοσύνης και εντροπής του Νώε (Γεν. κεφ. θ´), διατί αυτή τον εμέθυσε, και έπεσε να κοιμηθή, και εξεσκεπάσθη. Αυτή έκαμε τους Σοδομίτας και Γομορρίτας να κυλισθώσι εις τας ανδρομανίας, (Γεν. κεφ. ιθ´) και διά τούτο να κατακαυθώσι με πυρ ουράνιον. Αυτή είναι παραίτιος της μέμψεως και κατακρίσεως του Λωτ (Γεν. κ´. ιθ´)· διατί τον έρριψε, αφ᾽ ου έφυγεν από τα Σόδομα, εις την μίξιν των θυγατέρων του. Αυτή είναι η εξολόθρευσις των υιών του Ηλεί του ιερέως (Α´ Βασ. κ´ 2 και 4), των σφαγιασθέντων εις τον πόλεμον· διατί έτρωγον τα κρέατα όπου εθυσίαζον πριν τα ετοιμάσωσι κατά την τάξιν και πριν τα φέρωσιν έμπροσθεν του Θεού να τα ψάλλωσιν.

Αυτή είναι εκείνη οπού μας σύρει με την βίαν της (ωσάν να είχε χείρας·) εις τους απρεπείς λογισμούς και εις τους βδελυρωτέρους μολυσμούς». Αλλ᾽ όπως η ακρασία ωδήγησε τους γενάρχας του ανθρωπίνου γένους μακράν του παραδείσου, έτσι και η νηστεία επαναφέρει τους απογόνους αυτών εις εκείνον. Αντικειμενικός σκοπός της νηστείας είναι η επάνοδος του ανθρώπου εις τον παράδεισον.
Καί ως λέγει ο Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης, «καθώς διά της βρώσεως, του παραδείσου εξωρίσθημεν, ούτω πάλιν διά νηστείας εις αυτόν επανέλθωμεν» (Επιστολή προς Θωμάν). Όμως πατρίς της νηστείας δεν είναι μόνον ο παράδεισος, αλλά και ο ουρανός, όστις είναι τόπος των αγγέλων και των αγίων ταγμάτων.

Έτσι ο βίος των νηστευτών χαρακτηρίζεται υπό των Πατέρων ως «ισάγγελος»· η νηστεία δε ως κάτι το αγγελοποιόν», (όσιε πάτερ, των αγγέλων έφθασες τα τάγματα), η οποία αποβλέπει εις το να οδηγήση τους νηστευτάς εις την νοεράν απάθειαν την «εν ουρανώ και τοις εκεί αγιωτάτοις τάγμασι» κατά τον Ευστάθιον Θεσσαλονίκης (P.G. 135, 613A) ο Αγ. Νικόδημος παρατηρεί και τα εξής: «Διατί και ο Κύριος τας 40οντα ημέρας ενήστευσεν; Όχι δι᾽ άλλο βέβαια πάρεξ, διά να μας δώση υπογραμμόν να επακολουθήσωμεν και ημείς εις τα ίχνη Του» (Επιστολή προς Θωμάν).

Η νηστεία ως μέσον πνευματικής τελειώσεως

Η νηστεία είναι το σπουδαιότερον μέσον, διά του οποίου επιτυγχάνεται η πνευματική ανάτασις και πρόοδος του ανθρώπου. Ο νηστεύων καθίσταται όλος πνεύμα και δεν αναλογίζεται το βάρος του σώματος.
Αύτη καθιστά λεπτόν τον νούν του ανθρώπου. «Ει βούλει ισχυρόν ποιήσαι τον νούν, δάμασον την σάρκαν διά νηστείας», λέγει ο Μέγας Βασίλειος (P.G. 31, 180Α). Η νηστεία συντελεί τα μέγιστα εις την σωφροσύνην των παθών. Τα αντίθετα ακολουθούν από την γαστριμαργίαν. Η νηστεία είναι κυρίως η «από παντός πάθους αλλοτρίωσις».

Ο νηστευτής καθίσταται ανδρείος εις τον αγώνα κατά των παθών και αποκρούει ευκολώτερα τους πειρασμούς και τον «επιστατούντα τοις τοιούτοις δαίμονα». Περιστέλλει τα πάθη του και έτσι επιτυγχάνει το «μετριοπαθές» και «απαθές». Αντιθέτως ο νούς του μη νηστεύοντος καθίσταται δούλος των παθών. Καί ως λέγει ο Άγιος Νικόδημος, «η τροφή αυξάνει τα πάθη, κατασταίνουσα το λογικόν ζώον, τον άνθρωπον, να δουλεύη εις την γαστέρα και τα υπό την γαστέρα» (Επιστολή προς Θωμάν).
(Συμβουλευτικόν εγχειρίδιον. Περί φυλακής της γεύσεως!) Το στόμα, λέγει ο Άγιος Γρηγόριος ο Νύσσης, ομοιάζει με τρύπιον πιθάρι, το οποίον πάντοτε γεμίζει και πάντοτε μένει άδειο και με ένα λόγον είναι αχόρταστος Άδης. Διά τούτο ο χριστιανός καλείται να αποκλείση τα πλούσια τραπέζια, τας τροφάς και τας σπατάλας. Διότι αυτά δεν επενοήθησαν διά την ανάγκην και συντήρησιν του σώματος, αλλά διά μόνην την ηδονήν. Τα πολυποίκιλα φαγητά γεννούν πάθη και κακίας της ψυχής και του σώματος, όπως είναι η λαιμαργία, η μέθη, η παραλυσία και τα βαθύτερα, η πορνεία και η αρσενοκοιτία.
Καί γενικώς όλα τα σαρκικά πάθη τα ενεργούμενα από την γαστέρα, αυτά είναι τα αποτελέσματα της τρυφής. Η τρυφή, λέγει ο Άγιος Νικόδημος, απομακρύνει και της ευσεβείας και φανερώνουν τούτο οι Ισραηλίται, διά τους οποίους έχει λεχθή «ελιπάνθη, επαχύνθη, επλατύνθη και εγκατέλιπε Θεόν τον ποιήσαντα αυτόν» (Δευτ. λβ´15).
Επίσης εκείνοι, τους οποίους αναφέρει ο Απόστολος Παύλος εις την προς Φιλιππησίους, ονομάζων αυτούς εχθρούς του σταυρού «ων Θεός η κοιλία, και η δόξα εν τη αισχύνη αυτών» (Φιλιπ. γ´ 19). Καί οι σύγχρονοι αιρετικοί, οι οποίοι διά την τρυφήν και γαστριμαργίαν, κατήργησαν την νηστείαν, όπως είναι οι παπικοί και προτεστάντες και οι άπιστοι και άθεοι και μασώνοι. Λέγουν πολλοί. Καί τι κακόν είναι να φάγη κανείς και να πιή; Τα φαγητά και τα ποτά δεν είναι αμαρτία.

Ο Θεός δεν τιμωρεί τον άνθρωπον από του φαγητού και του ποτού κ.λπ. Αυτά όμως είναι ανόητα και αστήρικτα, διότι η τροφή, η γαστριμαργία, τα φαγοπότια κρημνίζουν τους ανθρώπους εις τα πάθη της σαρκός, εις την αθείαν και την ασέβειαν. Διότι αι εκ της τρυφής αναθυμιάσεις όχι μόνον εμποδίζουν, ως νέφη τον εκ του Αγίου Πνεύματος φωτισμόν και τον διώκουν από τον νού, αλλά και σκοτίζουν την φυσικήν διάκρισιν του λογικού και καθιστούν τον ταλαίπωρον άνθρωπον σαν άλογον ζώον να ορμά εις τας κτηνώδεις επιθυμίας.

Έτσι βεβαιοί ο Μ. Βασίλειος, ο οποίος λέγει: «Εκ γαρ της παχείας τροφής οίον αιθαλώδεις αναθυμιάσεις ανα- πεμπόμεναι, νεφέλης δίκην πυκνής τας από του Αγίου Πνεύματος εγγινομένας ελλάμψεις επί τον νούν διακόπτουσι» (Λογ. α´ περί νηστείας) και ο Αλεξανδρείας θείος Κύριλλος συμπληρώνει: «Τρυφή γαρ άπασα κοσμική, γλυκείαν μεν έχει την παραυτίκα μέθεξιν, σκοτοί δε δη λίαν, και εκμεθύσκει δεινώς τον εισδεδεγμένον αυτήν» (Τομ. β´ της Οκτατεύχου σελ. 918).
Όλους βεβαίως τους βλάπτει η τρυφή, αλλά περισσότερον τους νέους. Αν το θηρίον του νεανικού σώματος είναι καθ᾽ αυτό ακαταδάμαστον και εν ελλείψει τροφής, ποίαν άραγε αγριότητα προσλαμβάνει, όταν χορτάση; Διά τούτο είπεν ο Θεολόγος Γρηγόριος «Αρκετόν τω σώματι η κακία αυτού· Τι δε δεί τη φλογί πλείονος ύλης η τω θηρίω δαψιλε- στέρας τροφής; ίνα μάλλον δυσκάθεκτον γένηται, και του λογισμού βιαιότερον; (Λογ. εις την Πεντηκοστ.).

* * *
Πάντοτε λοιπόν και όταν τρώγης και όταν πίνη να ενθυμήσαι το ψαλμικόν «τις ωφέλεια εν τω αίματί μου εν τω καταβαίνειν εις διαφθοράν;» (Ψαλμ. κθ´ 11) και συν εχώς λέγε αυτό συμβουλεύει ο Μέγας Βασίλειος, διά να εμποδίσης την πολυφαγίαν και πολυποσίαν.
Ομοίως η νηστεία καθιστά την ψυχήν του νηστευτού «απρόσβατον δαίμοσιν». Η ψυχή διά της νηστείας ενδυναμούται, αποκρούουσα ευχερέστερον τας στρατιάς των δαιμόνων. «Νηστεία, λέγει ο Μέγας Βασίλειος, όπλον εστί προς την κατά των δαιμόνων στρατείαν» (P.G. 31, 180C). Ακόμη δε η νηστεία και δαιμόνια εκβάλλει· «τούτο γαρ το γένος, είπεν ο Κύριος, εν ουδενί δύναται εξελθείν, ει μη εν προσευχή και νηστεία» (Μαρκ. 9, 29). Έτσι διά της νηστείας ο χριστιανός προοδεύει εις την εν Χριστώ Ζωήν.

Νηστεία και αρεταί

Η νηστεία κατά τους αγίους Πατέρας πρέπει να συνοδεύεται και από αρετάς και κυρίως από την αγάπην, την προσευχήν και την ελεημοσύνην. Η νηστεία αποστελεί την ρίζαν του δένδρου των αρετών. Η αγάπη αποτελεί την πρώτην αρετήν του δένδρου της νηστείας. Οι πατέρες τονίζουν ότι η νηστεία εν τη πληρότητι αυτής βιούται επιτυχέστερον από τους μακράν του κόσμου ζώντας μοναχούς.

Ο ι. Χρυσόστομος τονίζει σχετικώς: ούτοι (οι μοναχοί) τους εν μέσω θορύβους φεύγοντες και προς τας κορυφάς των ορέων αναδραμόντες και τας καλύβας εν τη της ερημίας ησυχία καθάπερ εν ευδιεινώ τινι λιμένι πηξάμενοι, ταύτην (την νηστείαν) συνέμπορον και συγκοινωνόν του βίου παντός έλαβον» (P.G. 49, 307). Το στάδιον της νηστείας είναι και στάδιον εξασκήσεως αρετών και αγάπης. Αγάπης προς τον Θεόν και τον πλησίον. Η νηστεία επιτυγχάνεται διά της αγάπης. Εάν λείπη η αγάπη, τότε η ψυχή του ανθρώπου ερημούται παντός αγαθού.

Η νηστεία συμπληρούται και διά των αρετών της προσευχής και της ελεημοσύνης. «Νηστεία ομόζυγος προσευχής», τονίζει ο ι. Χρυσόστομος (P.G. 49, 307). Διά της προσευχής η καθαρθείσα διά της νηστείας ψυχή υψούται ευχερέστερον προς τον Θεόν.
Η προσευχή καθίσταται συνεργός της νηστείας εις τον αγώνα του χριστιανού κατά των δαιμόνων. Διά αυτής οι δαίμονες φυγαδεύονται, οι δε πονηροί λογισμοί διαλύονται. Η νηστεία, λέγει ο Μέγας Βασίλειος, στέλλει την προσευχήν εις τον ουρανόν. (P.G. 31, 173 C). Η αγαθή όμως προσευχή αποτελεί γνώρισμα του ελεήμονος νηστευτού.
Η διά της νηστείας περίσσεια πρέπει να δίδεται εις τους πτωχούς. (Απ. Διαταγαί, βιβλ. Ε´, κεφ. κ´. Ιγνάτιος Θεοφόρος προς Φιλιπ. 13, P.G. 5, 937A). Αλλά διά να επιτευχθή η σωτηρία των νηστευτών απαιτείται, όπως η ελεημοσύνη των είναι «κανονική».

Καί όπως ερμηνεύει ο Ευστάθιος Θεσσαλονίκης «έλεον υμίν υποτίθεμαι, ου τον απλώς, αλλά τον κανονικόν, τον από δικαίου πονήματος…, τον μη από κλεμμάτων, τον μη εξ αρπαγής, τον μη από συκοφαντιών και διαβολών, μήποτε δε τον εκ τόκου αθέσμου» (P.G. 135, 616 Ο´ – 617 Α´) . Η τοιαύτη ελεημοσύνη καθιστά τον νηστευτήν φιλάδελφον και φιλόθεον.

Αγαπητοί,

Ένας μεγάλος μυστικός της Ορθοδοξίας, ο άγιος Συμεών ο νέος Θεολόγος, σημειώνει αυτά τα βαθυστόχαστα λόγια. «Καλότυχος είναι εκείνος, οπού ιδεί το φως του κόσμου, ήγουν τον Χριστόν, πως εμορφώθη μέσα του· ότι αυτός θέλει νομισθή Μήτηρ Χριστού, έχοντας τον Χριστόν μέσα του, ωσάν βρέφος, καθώς ο αψευδέστατος Κύριος υπεσχέθη μόνος του: «Μήτηρ μου και αδελφοί μου και φίλοι μου ούτοι εισίν, οι ακούοντες τον λόγον του Θεού και ποιούντες αυτόν». Αυτό το ποιούντες κατά την περίοδον της νηστείας των Χριστουγέννων θα πρέπει να προσεχθή ιδιαιτέρως. Αι αρεταί δεν κατορθώνονται δίχως στερήσεις και βία. Διά τον ορθόδοξον χριστιανόν, ο εορτασμός και πανηγυρισμός των Χριστουγέννων είναι πνευματικός.
«Ας τιμήσωμεν, λέγει ένας εκκλησιαστικός συγγραφεύς, την ημέραν την δεσποτικήν, ας δοξάσωμεν τον Χριστόν, όχι με χορούς, μέθαις και αργολογίαις, όχι με παιγνίδια και τραγούδια και όσα χαίρεται ο δαίμονας, όταν τα κάμνωμεν, όχι με καλοφαγίαις, αλλά με ευχαριστίαις, με δοξολογίαις, με καθαράν καρδίαν, με όσα χαίρεται και δοξάζεται ο Θεός.

Μη στολιζώμεθα άνδρες και γυναίκες, ότι γη και χώμα θέλομεν γένει· μη υπερηφανευώμεθα εις ρούχα και στολίδια και φορεσιαίς, ότι ο θάνατος μας απανταχαίνει· μη πορνεύωμεν και μιαινώμεθα, ότι το πυρ το αιώνιον και η γέεννα του πυρός ετοιμάζεται διά τους τοιούτους· μη μεθύωμεν και πολυτρώγωμεν ότι αύριον πάλιν θέλομεν πεινάσει, ωσάν να μη είχαμεν φάγει· Τι κερδαίνομεν από την μέθην; Τι αυγατίζομεν καλόν της ψυχής μας, εάν πολυφάγωμεν και εξοδιάσωμεν; πόσοι επέρασαν τέτοιαις ημέραις, με παιχνίδια, με χορούς, μεθυσμένοι, εξοδιασμένοι!

Αλλά τώρα είναι χώμα μοναχόν εις την γην, και καλότυχοι, εάν έκαμαν καλόν διά την ψυχήν τους. Τούς πτωχούς, αδελφοί μου, ας θρέψωμεν, τους γυμνούς ας ενδύσωμεν, τους πεινασμένους ας χορτάσωμεν, τους διψασμένους ας ποτίσωμεν, τους ασθενείς ας κοιτάξωμεν, τους φυλακισμένους ας επισκεφθώμεν, τους ξένους ας φιλοξενήσωμεν, τους αμαρτωλούς ας κλαύσωμεν, τους αγίους ας επαινέσωμεν… Τότε να ειπούμεν ότι εορτάσαμεν και επανηγυρίσαμεν: τότε να δεχθή και ο Θεός την εορτήν μας· τότε να χαρούσιν οι άγγελοι» τότε να έλθη, διά να κατοικήση με την αγάπην του μέσα μας το ξένον και παράδοξον Μυστήριον, ο του Θεού Λόγος, το θείον Βρέφος της Βηθλεέμ, ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός. (Π.Β. Πάσχου, Έρως Ορθοδοξίας, β´ σελ. 33–34).

* Ομιλία εις την αίθουσαν της Π.Ο.Ε. (Κάνιγγος 10) 10.11.1975.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου